αντιπρόπερσι

αντιπρόπερσι
αντιπρόπερσι και αντιπροπέρυσι επίρρ. χρον., τρία χρόνια πριν από σήμερα: Λείπει στα ξένα από αντιπρόπερσι. Επίθ. αντιπροπέρσινος, -η, -ο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αντιπρόπερσι — κ. πέρυσι επίρρ. πριν από τρία χρόνια …   Dictionary of Greek

  • αντι- — (AM ἀντι ) (< πρόθ. αντί). Κατά τη σύνθεση, η πρόθεση αντί προ φωνήεντος εμφανίζεται κανονικά με έκθλιψη του ι ως αντ είτε, αφομοιωτικά, ως ανθ , όταν το φωνήεν που ακολουθεί δασύνεται, μολονότι σε νεώτερα ιδίως σύνθετα ή και σε αρχαία από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”